-κίνητος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -κίνητος | η | -κίνητη | το | -κίνητο |
γενική | του | -κίνητου | της | -κίνητης | του | -κίνητου |
αιτιατική | τον | -κίνητο | τη(ν) | -κίνητη | το | -κίνητο |
κλητική | -κίνητε | -κίνητη | -κίνητο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -κίνητοι | οι | -κίνητες | τα | -κίνητα |
γενική | των | -κίνητων | των | -κίνητων | των | -κίνητων |
αιτιατική | τους | -κίνητους | τις | -κίνητες | τα | -κίνητα |
κλητική | -κίνητοι | -κίνητες | -κίνητα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -κίνητος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -κίνητος[1]
Επίθημα
επεξεργασία-κίνητος, -η. -ο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ "-κίνητος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -κίνητος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)