Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εσπεραντιστής οι εσπεραντιστές
      γενική του εσπεραντιστή των εσπεραντιστών
    αιτιατική τον εσπεραντιστή τους εσπεραντιστές
     κλητική εσπεραντιστή εσπεραντιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

εσπεραντιστής < εσπεράντο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

εσπεραντιστής αρσενικό (θηλυκό εσπεραντίστρια)

  Μεταφράσεις επεξεργασία