επικοινωνία
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- επικοινωνία < αρχαία ελληνική ἐπικοινωνία < ἐπικοινωνέω
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
επικοινωνία θηλυκό
- η ανταλλαγή απόψεων, συναισθημάτων, ιδεών, σκέψεων μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων
- η ανταλλαγή σημάτων μεταξύ δύο ή περισσότερων συστημάτων
Επεξεργασία
ΣύνθεταΕπεξεργασία
ΥπώνυμαΕπεξεργασία
- (πληροφορική, τηλεπικοινωνίες) διεπαφή
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
επικοινωνία