επικοινωνιολόγος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- επικοινωνιολόγος < επικοινωνί(α): επι- κοινωνί(α) + -ο- + -λόγος
Ουσιαστικό επεξεργασία
επικοινωνιολόγος αρσενικό ή θηλυκό
- (επάγγελμα, νεολογισμός) ο αρμόδιος για το σχεδιασμό και την εκτέλεση στρατηγικών, με στόχο την προβολή και ανάδειξη προσώπων, κομμάτων, πολιτικών κ.ά.
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
επικοινωνιολόγος
|