πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αχνός οι αχνοί
      γενική του αχνού των αχνών
    αιτιατική τον αχνό τους αχνούς
     κλητική αχνέ αχνοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αχνός (ουσιαστικό) < αρχαία ελληνική ἀτμός
αχνός (επίθετο) < από το ουσιαστικό

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αχνός αρσενικό

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Ηλίας Ιω. Καμπανάς, Μονοτονικό Λεξικό της Δημοτικής: Ορθογραφικό, Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό (Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά 1990)