Ετυμολογία

επεξεργασία

ακαδημαϊκός, -ή, -ό

  1. μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, δηλαδή πανεπιστημιακός ερευνητής ή καθηγητής
    ακαδημαϊκός πολίτης
  2. (συνεκδοχικά) χωρίς πρακτικό σκοπό
    ακαδημαϊκή συζήτηση : θεωρητική συζήτηση, συζήτηση για να περνάει η ώρα
     συνώνυμα: ιδεολογικός

Ουσιαστικό

επεξεργασία