Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιχμηρός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
Ετυμολογία
Επεξεργασία
αιχμηρός
<
αιχμή
Επίθετο
Επεξεργασία
αιχμηρός
μυτερός, που καταλήγει σε αιχμή.
(μτφ.) οδυνηρός
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
αιχμηρός
αγγλικά
:
sharpened
(en)
,
pointed
(en)
,
όπλο ή εργαλείο (επίσημη ορολογία)
:
edged
(en)