πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καινοτόμος η καινοτόμος
& καινοτόμα
το καινοτόμο
      γενική του καινοτόμου της καινοτόμου
& καινοτόμας
του καινοτόμου
    αιτιατική τον καινοτόμο την καινοτόμο
& καινοτόμα
το καινοτόμο
     κλητική καινοτόμε καινοτόμε
& καινοτόμα
καινοτόμο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καινοτόμοι οι καινοτόμοι
& καινοτόμες
τα καινοτόμα
      γενική των καινοτόμων των καινοτόμων των καινοτόμων
    αιτιατική τους καινοτόμους τις καινοτόμους
& καινοτόμες
τα καινοτόμα
     κλητική καινοτόμοι καινοτόμοι
& καινοτόμες
καινοτόμα
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «ζημιογόνος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

καινοτόμος, -α/-ος, -ο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία