αζιμούθιο
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- αζιμούθιο < αγγλική azimuth [1] < αραβική اَلسُّمُوت (as-sumūt, οι κατευθύνσεις)
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.ziˈmu.θi.o/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
αζιμούθιο ουδέτερο
- (αστρονομία) η γωνία σε μοίρες που σχηματίζεται από την κατεύθυνση του Βορρά και της διεύθυνσης κατά την φορά των δεικτών του ρολογιού.
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- αζιμούθιο στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
αζιμούθιο
Επεξεργασία
- ↑ «αζιμούθιο» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.