γεωδαισία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γεωδαισία < αρχαία ελληνική γεωδαισία < γῆ + δαίω «μοιράζω»
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγεωδαισία θηλυκό
- επιστήμη που ασχολείται με την ακριβή περιγραφή της επιφάνειας της γης
- πολυγωνισμός μεγάλων κύκλων ώστε να μεταφερθούν σε χάρτη
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- γεωδαισία στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαγεωδαισία < γῆ + δαῖσις < δαίω
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγεωδαισία θηλυκό
- διανομή της γης
Πηγές
επεξεργασία- γεωδαισία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.