Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αερόψυκτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
αεροψύκτης
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αερόψυκτ
ος
η
αερόψυκτ
η
το
αερόψυκτ
ο
γενική
του
αερόψυκτ
ου
της
αερόψυκτ
ης
του
αερόψυκτ
ου
αιτιατική
τον
αερόψυκτ
ο
την
αερόψυκτ
η
το
αερόψυκτ
ο
κλητική
αερόψυκτ
ε
αερόψυκτ
η
αερόψυκτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αερόψυκτ
οι
οι
αερόψυκτ
ες
τα
αερόψυκτ
α
γενική
των
αερόψυκτ
ων
των
αερόψυκτ
ων
των
αερόψυκτ
ων
αιτιατική
τους
αερόψυκτ
ους
τις
αερόψυκτ
ες
τα
αερόψυκτ
α
κλητική
αερόψυκτ
οι
αερόψυκτ
ες
αερόψυκτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αερόψυκτος
<
αερο-
+
ψύχω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
αερόψυκτος, -η, -ο
που
ψύχεται
χάρη στον
αέρα
Συγγενικά
επεξεργασία
αερόψυξη
Δείτε επίσης
επεξεργασία
υδρόψυκτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αερόψυκτος
αγγλικά
:
air-cooled
(en)
γαλλικά
:
aéroréfrigérant
(fr)