Χρήστης:Sarri.greek/μτχ
Sarri.greek • συζήτηση - help:βοήθεια - mygoogle - PAWS - ref@en.wikt - fonts@en - audio@en - ετυμολογία - μοντέλα - λεξικογραφία - εργασίες - lab - εκφρ - tAr - t4.t5 - mS.tS - menu - ΣΥΖ&ΒΚΔΜ |
check: Κατηγορία:Σελίδες με σφάλματα δέσμης ενεργειών
ΣΕΛΙΔΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ: Μορφοποίηση και πρότυπα μετοχών
2023
επεξεργασία2023 Κατηγορία:Πρότυπα για μετοχές
Ενοποίηση-ομοιομορφία χειρισμού-Κατηγορίες.
- Έγινε σύνδεση με το πρότυπο
{{κλ}}
για κάθε πρότυπο. - Σταθεοποιήθηκαν οι εκφράσεις στις γραμματικές αναγνωρίσεις. Σωστή εκφορά. Όχι παθητική μετοχή του +παθητικού ρήματος (παθητικό του παθητικού).
- Εντάσσουν σε Κατηγορίες. Η ένταξη σε Κατ. δεν μπορεί να γίνεται από πίνακες κλίσεων, καθώς ο γραμμτικός τύπος δε συμφωνεί πάντα με τον χαρακτηρισμό της μετοχής.
- Δίνουν κατηγορία και σκέτα, π.χ. {μτχππ} που σε μετοχές αποθετικών ρημάτων θα λειτουργεί ως βασική ετικέτα κατηγοριοποιίησης
- εργαζόμενος {μτχπε}: {μτχε|του παθητικού ρήματος|εργάζομαι|00=-} με nocat=1 ώστε να μη δημιουργείται Κατηγορία:Μετοχές χωρίς ένδειξη φωνής
- Δίνουν κατηγορία και σκέτα, π.χ. {μτχππ} που σε μετοχές αποθετικών ρημάτων θα λειτουργεί ως βασική ετικέτα κατηγοριοποιίησης
Πίνακας
επεξεργασίαπρότυπο συνδέσεις |
εμφανίζει | χρήσεις | παρατηρήσεις |
---|---|---|---|
ΕΝΕΣΤΩΤΕΣ | |||
{{μτχε}} Κατηγορία:Μετοχές ενεστώτα για ξένες γλώσσες |
μετοχή ενεστώτα μετοχή ενεστώτα του ρήματος ω |
χωρίς προσδιορισμό φωνής: για ξένες γλώσσες | Αν γίνεται περιγραφή ελληνικών μετοχών:χρειάζεται 00=- (nocat) γιατί απαιτούν και φωνή στην Κατηγορία. |
{{μτχεε}} {{άκλ}} |μεε |
μετοχή ενεργητικού ενεστώτα μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ω |
Οι νελλ. άκλιτες, με {ακλ|μεε} | ΕΡΩΤΗΣΗ: Στην Κατηγορία, εμφανίζονται όλες, κλιτές και άκλιτες (αυτές είναι πολλές). Μήπως να χωρίσουν?
|
με το μτχπε auto Κατηγορία:Μετοχές μεσοπαθητικού ενεστώτα αυτομάτως για αρχ. και κοινή |
Αυτομάτως από το {{μτχπε}} όταν η γλώσσα είναι grc, grc-koi.
|
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ μέσου ενεστώτα ? | |
{{μτχπε}} ?? Κατηγορία:Μετοχές παθητικού ενεστώτα χρειάζεται check όλα όσα είναι από αποθετικά. |
μετοχή παθητικού ενεστώτα μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος ω |
για grc/grc-koi ρήματα αυτόματα μεσοπαθητικού ενεστώτα |
|
ΑΟΡΙΣΤΟΙ | |||
{{pastpart}} (en) |
παθητική μετοχή αορίστου παθητική μετοχή αορίστου του do |
για αγγλικές παθητική μετοχή αορίστου που ΔΕΝ είναι ΚΑΙ αόριστοι (όπως όλα τα -ed) | Πώς θα κάνουμε τη διπλή ιδιότητα worked _αοριστος (ρηματικός τύπος) ΚΑΙ μετοχή?
|
{{μτχα}} Κατηγορία:Μετοχές αορίστου για ξένες γλώσσες |
μετοχή αορίστου μετοχή αορίστου του ρήματος ω |
χωρίς προσδιορισμό φωνής: για ξένες γλώσσες | Αν γίνεται περιγραφή ελληνικών μετοχών:χρειάζεται 00=- (nocat) γιατί απαιτούν και φωνή στην Κατηγορία. |
{{μτχεα}} |
μετοχή ενεργητικού αορίστου μετοχή ενεργητικού αορίστου του ρήματος ω |
είχε ήδη παραμέτρους | + ένταξη σε Κατηγορία:Μετοχές ενεργητικού αορίστου (αρχαία ελληνικά)
|
{{μτχμα}} |
Σπάνιο στα νέα ελληνικά: λειτουργεί σαν επίθετο χαρισάμενος | ||
{{μτχπα}} |
μετοχή παθητικού αορίστου μετοχή παθητικού αορίστου του ρήματος ω |
||
ΜΕΛΛΟΝΤΕΣ | |||
{{μτχεμ}} |
μετοχή ενεργητικού μέλλοντα μετοχή ενεργητικού μέλλοντα του ρήματος ω |
||
{{μτχμμ}} |
μετοχή μέσου μέλλοντα μετοχή μέσου μέλλοντα του ρήματος ω |
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ | |
{{μτχπμ}} |
μετοχή παθητικού μέλλοντα μετοχή παθητικού μέλλοντα του ρήματος ω |
||
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΙ | |||
{{μτχπ}} Κατηγορία:Μετοχές παρακειμένου
|
μετοχή παρακειμένου μετοχή παρακειμένου του ρήματος ω |
Μόνο για ξένες γλώσσες, αν η μετοχή δεν έχει χαρακτηρισμό φωνής. Για τα ελληνικά, nocat=1 στις περιγραφές μετοχών. | |
{{μτχεπ}} |
μετοχή ενεργητικού παρακειμένου μετοχή ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος ω |
||
{{μτχππ}} ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ Κατηγορία:Μετοχές παθητικού παρακειμένου Κατηγορία:Μετοχές μεσοπαθητικού παρακειμένου (αρχαία ελληνικά) |
μετοχή παθητικού παρακειμένου μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος ω |
Λέμε στα αρχ.ελλ μεσοπαθητικού παρακειμένου (π.χ. old.babiniotis.gr | |
{{μτχππαναδ}} Κατηγορία:Μετοχές παθητικού παρακειμένου με αναδιπλασιασμό (νέα ελληνικά) |
μετοχή παθητικού παρακειμένου με αναδιπλασιασμό μετοχή παθητικού παρακειμένου με αναδιπλασιασμό του ρήματος ω |
Τις σημειώνουμε στα νέα.ελλ. όχι στα αρχαία (όπου είναι συνήθεις) | ΕΡΩΤΗΣΗ: Υπάρχει ενδιαφέρον να γίνουν και στα grc υποκατηγορίες? |
μετοχές ππ με αύξηση Κατηγορία:Μετοχές παθητικού παρακειμένου με αύξηση (νέα ελληνικά) |
ΕΡΩΤΗΣΗ: Να γίνει πρότυπο? | Σημειώνουμε την Κατηγορία 'με το χέρι' στα νέα.ελλ. όχι στα αρχαία (όπου είναι συνήθεις) | ΕΡΩΤΗΣΗ: Υπάρχει ενδιαφέρον να γίνουν και στα grc υποκατηγορίες? |
κλπ | |||
{{μτχχρ}} |
(μετοχή χωρίς ρήμα) | ένταξη σε Κατηγορία. | ΕΡΩΤΗΣΗ: Υπάρχουν και όχι σύνθετες χωρίς ρήμα? Υπάρχουν και σε άλλες γλώσσες? |
{{παθ-μτχ}} |
παθ. μτχ. | απλή αναγραφή (ξένες γλώσσες) | |
{{χμππ}} Κατηγορία:Ρήματα χωρίς μετοχή παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά) |
για νέα ελληνικά |
Αγγλικά
επεξεργασία- wikt:en:Appendix:English participle / wikt:en:Appendix:English -ing forms
- p-past-part ή past-ppart (worked αόριστος ΚΑΙ παθητική μετοχή wikt:en:Category:English past participles
{{aor}}
αόριστος του (σκέτο) broke = {κλ|en|X|x=aorist}- p-part ή ppart = παθητική μετοχή του (χωρίς προσδιορισμό χρόνου)
- a-pres-part η ppres-part, part-apres = working = {κλ|en|X|||4=ing}} + η λέξη gerund? wikt:en:Category:English gerunds
Στο en.wikt, παρουσιάζουν τις μετοχές κάτω από τίτλο 'ρήμα' με πρότυπο ρηματικού τύπου (e.g. wikt:en:working,wikt:en:worked)
Το en.wikt κατηγοριοποιεί, όχι κατά τυπολογική Γραμματική κατηγορία, αλλά κατά συντακτική λειτουργία.
Εδώ στο el.wikt, κατ' εξαίρεση δεν το βάζουμε κάτω από τίτλο {μετοχή|en}, αλλά κάτω από {μορφή ρήματος|en} λόγω της συστηματικής παραγωγής τους. Αυτό
- ? ακολουθείται από επίθετα και ουσιαστικά ως επακόλουθα, (δηλαδή όχι ακριβώς αλφαβητικά)?
- ? τοποθετούναι όλα αλφαβητικά plus ξανα-τοποθετείται σε ετυμολογία? Μάλλον ΝΑΙ, Η κατηγορία μετοχής, μπορεί να προκύπτει και μόνο από ετυμολογία, χωρίς να αναφέρεται παρακάτω μέρος.λόγου=Μετοχή.
tests
- smiling με ΜέροςΛόγου μετοχή και {μτχε|smile|en}
Γαλλικά
επεξεργασίαNα αναγράφεται και ο ελληνικός + ο γαλλικός όρος + να δίνει Κατηγορίες.
- μετοχής ενεστώτα (δεν αναφέρεται φωνή) participe présent = {κλ|fr|X|m=part|x=pres} + YES cat
- μετοχή αορίστου (δεν αναφέρεται φωνή) participe passé = {κλ|fr|X|m=part|x=past} + YES cat
Αν δε γραφτεί γαλλικός όρος, τότε μας βολεύουν τα {μτχε|XX|fr} και {μτχα|XX|fr}.
Για participe future, ας γίνει με το {μτχμ} = μετοχή μέλλοντος
Στο fr.wikt, παρουσιάζουν τις μετοχές κάτω από τίτλο 'ρηματικός τύπος' (e.g. wikt:fr:accompli)
Εδώ στο el.wikt, κάτω από τίτλο {μετοχή|fr}. Αυτό
- ? ακολουθείται από επιθέτα και ουσιαστικά ως επακόλουθα, (δηλαδή όχι ακριβώς αλφαβητικά)?
- ? τοποθετούναι όλα αλφαβητικά plus ξανα-τοποθετείται σε ετυμολογία?
- π.χ. [1]
Γερμανικά
επεξεργασίαΚατηγορία:Μετοχές (γερμανικά)
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ π.χ. gewöhnt του gewöhnen μετοχή παρακειμένου? παθητικού παρακειμένου? ή αορίστου?
- https://de.wiktionary.org/wiki/Hilfe:Partizip
- Partizip Perfekt (de) αν θα ονομαστεί όπως αντίστοιχες (γαλλικές) σε μετοχή αορίστου, ή μετοχή παρακειμένου ή μετοχή παθητικού παρακειμένου
Απορίες
επεξεργασίαεπιθετικοποιημένο
επεξεργασία- Π.χ. για αγγλικές και γαλλικές μετοχές που είναι και επίθετα (ή και ουσιαστικά)
- για τα ουσιαστικά, έχουμε στην ετυμολογία: {ουσεπ α|μτχ=1|x} = αγγ. substantivised
- για τα επίθετα πώς θα το πούμε στις ετυμολογίες? ... μετοχή, σε λειτουργία επιθέτου?
- = αγγ. nominalised = που γίνεται όνομα (επίθετο ή ουσιαστικό) wikt:en:Template:nominalization of που μπαίνει στη γραμμή ορισμού.
- π.χ. brûlant Ετυμολογία: μετοχή ως επίθετο και ουσιαστικό
- ουσιαστικοποιημένος, επιθετικοποιημένος…--sVlioras (συζήτηση) 06:15, 3 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)
- Α! Ευχαριστώ κύριε ☏ Svlioras, τώρα το είδα - είναι πολύ χρήσιμο. Θα το μελετήσω, και θα φτιάξουμε και επιθετικοπ όπως το
{{ουσ}}
- Νομίζω ότι το πρότυπο {ουσ}} κλπ θα πρέπει να μετατραπεί σε ουσεπ ? γιατί έτσι 'ουσ' είναι παραπλανητικό (σκεφτόμαστε: ουσιαστικό) Και το καινούγιο, {επιθετικοπ}? Θα έπρεπε να μοιάζουν (ουσιαστικοπ, επιθετικοπ), αλλά τελοσπάντων... Αν διαφωνείτε κύριε ☏ Svlioras, πείτε μου. ‑‑Sarri.greek ♫ | 07:07, 10 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)
- Α! Ευχαριστώ κύριε ☏ Svlioras, τώρα το είδα - είναι πολύ χρήσιμο. Θα το μελετήσω, και θα φτιάξουμε και επιθετικοπ όπως το
- ουσιαστικοποιημένος, επιθετικοποιημένος…--sVlioras (συζήτηση) 06:15, 3 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)
Έγινε Έβαλα όλες τις παρακάτω περιπτώσεις στο πρότυπο {{επιθ}}
, με ονομασία ανάλογη του {{ουσ}}
‑‑Sarri.greek ♫ | 20:44, 10 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)
ως επίθετο ή επίθετο?
επεξεργασίαΚαι μια λεπτή διαφορά? «σε ρόλο επιθέτου» ή «επιθετικοποιημένο»? Ή είναι το ίδιο φαινόμενο? (υπ' όψιν κυρίου Βλιώρα)
- 1) μετοχή ή κάποιο ουσιαστικό σε λειτουργία επιθέτου?, σε επιθετική λειτουργία? ποια είναι σωστότερη έκφραση?
- π.χ. Σκανδιναβός - σκανδιναβός (επιθετική λειτουργία) Είναι αυτό που λέγεται «επέχει θέση επιθέτου»?
- ⮡ Κάθε Σκανδιναβός έχει ιδιαίτερη σχέση με τη θάλασσα. Οι σκανδιναβοί ναυτικοί διακρίνονται για τη ναυτοσύνη τους.
- και στα αρχαία Ἑλληνίς που το Bailly, τα δίνει αυτά τα ουσιαστικά ως adj.fem Εδώ, τα έχω μαρκάρει με Κατηγορία:Επίθετα μονογενή μονοκατάληκτα (αρχαία ελληνικά) Αλλά δεν έχουμε πρότυπο.
- 2) σαφώς επιθετικοποιημένη μετοχή, όπως σε ξένες γλώσσες, όπου βλέπουμε 2 Ενότητες: όπως γαλλικές μετοχές, τα αγγλικά γερούνδια σε -ing.
- ⮡ working, wikt:en:working. Χωριστές ενότητες μετοχής (εκεί τις λένε ρηματικούς τύπους), και επιθέτου. και ουσιαστικού.
- Στα ελληνικά έχουμε ουσιαστικοποιημένα (με 2 ενότητες), αλλά δε θυμάμαι να έχουμε διπλή ενότητα για μετοχή και επίθετο χωριστά.
‑‑Sarri.greek ♫ | 07:19, 10 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)
Έγινε Έβαλα όλες τις περιπτώσεις στο πρότυπο {{επιθ}}
‑‑Sarri.greek ♫ | 20:50, 10 Δεκεμβρίου 2023 (UTC)