vintage
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- vintage < (κληρονομημένο) μέση αγγλική vendage < αγγλονορμανδική vendenge < παλαιά γαλλική vendage, vendenge < λατινική vīndēmia (τρύγος) < vīnum (οίνος) + dēmō
Προφορά
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- vintage - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- vintage - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- vintage < (άμεσο δάνειο) αγγλική vintage < με απώτατη αρχή τη λατινική vīndēmia (τρύγος)
Προφορά
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
vintage (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- χρονολογημένος από μια συγκεκριμένη περίοδο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- vintage - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé