πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αγγλισμός οι αγγλισμοί
      γενική του αγγλισμού των αγγλισμών
    αιτιατική τον αγγλισμό τους αγγλισμούς
     κλητική αγγλισμέ αγγλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αγγλισμός αρσενικό

  • (γλωσσολογία) η μεταφορά ενός ιδιωματισμού από τα αγγλικά σε άλλη γλώσσα
      [...]«οι αποτυχημένες προσπάθειες περιορισμού των αγγλισμών στο πρόσφατο παρελθόν, σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα περιγραφής και όχι ρύθμισης της γλώσσας, οδήγησαν τους ερευνητές στην άποψη ότι πρέπει να αφήσουμε τη γλώσσα να ακολουθήσει τη δική της πορεία –έτσι κι αλλιώς δεν υποτάσσεται στις ορέξεις μας, δείχνοντας με τον τρόπο αυτόν εμπράκτως ανοχή στον γλωσσικό πλουραλισμό και στον γλωσσικό πολυπολιτισμό.[...]
    Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, συνέντευξη στη Λαμπρινή Κουζέλη, Τα ελληνικά του 21ου αιώνα, Το Βήμα, 8 Νοεμβρίου 2014

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  • αγγλισμός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)