track
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- track < (κληρονομημένο) μέση αγγλική trak / tracke < παλαιά γαλλική trac, αβέβαιης ετυμολογίας
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
track | tracks |
track (en)
- το ίχνος, το χνάρι
- ο δρόμος, το μονοπάτι
- η τροχιά
- η σιδηροτροχιά
- το κομμάτι (ήχος που έχει εγγραφεί σε δίσκο)
- το μετατρόχιο
- (υλικό υπολογιστή) η άτρακτος στην επιφάνεια μαγνητικού δίσκου ενός σκληρού δίσκου
Επεξεργασία
ΡήμαΕπεξεργασία
ενεστώτας | track |
γ΄ ενικό ενεστώτα | tracks |
αόριστος | tracked |
παθητική μετοχή | tracked |
ενεργητική μετοχή | tracking |
track (en)
ΣύνθεταΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΠηγέςΕπεξεργασία
- track - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC