-ίστας
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ίστας < (άμεσο δάνειο) ιταλική -ista + -ς < λατινικά -ista/-istes < αρχαία ελληνική -ιστής < -τής [1]
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ίστας
- επίθημα για το σχηματισμό μετουσιαστικών ουσιαστικών, που δηλώνουν το πρόσωπο...
- ...που παίζει το μουσικό όργανο που σημαίνει η πρωτότυπη λέξη
- ... που ασχολείται με το άθλημα που σημαίνει η πρωτότυπη λέξη
- ...ασκεί μια τέχνη
- ... που έχει ένα χαρακτηριστικό ή μια ιδιότητα της πρωτότυπης λέξης
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Επεξεργασία
- ↑ «"-ίστας"» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.