-ίστας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | -ίστας | οι | -ίστες |
γενική | του | -ίστα | των | -ιστών |
αιτιατική | τον | -ίστα | τους | -ίστες |
κλητική | -ίστα | -ίστες | ||
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -ίστας < (άμεσο δάνειο) ιταλική -ista + -ς < λατινικά -ista/-istes < αρχαία ελληνική -ιστής < -τής [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈi.stas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ί‐στας
Επίθημα
επεξεργασία-ίστας αρσενικό (θηλυκό -ίστρια ή -ίστα)
- επίθημα για το σχηματισμό μετουσιαστικών ουσιαστικών, που δηλώνουν το πρόσωπο...
- ...που παίζει το μουσικό όργανο που σημαίνει η πρωτότυπη λέξη
- ... που ασχολείται με το άθλημα που σημαίνει η πρωτότυπη λέξη
- ...ασκεί μια τέχνη
- ... που έχει ένα χαρακτηριστικό ή μια ιδιότητα της πρωτότυπης λέξης
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ "-ίστας" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας