ἄχθος
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἄχθος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἄχθος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἄχθος ουδέτερο
- βάρος, φορτίο
- ※ 12ος αιώνας [γλώσσα: λόγια μεσαιωνική] ⌘ Ἰωάννης Ζωναρᾶς, Epitome Historiarum, 15.7, WIII 91, @scaife.perseus
- εἶτα ἐκ τῆς ὑπερορίας ἀχθέντα τὸν Κωνσταντῖνον καὶ ἀπηνέστατα αἰκισθέντα, ὡς μηδὲ βαδίζειν δύνασθαι, εἰς τὴν μεγάλην ἐκκλησίαν ὡς ἄχθος τι βασταζόμενον ὁ τύραννος μετακομισθῆναι κεκέλευκε.
- ※ 12ος αιώνας [γλώσσα: λόγια μεσαιωνική] ⌘ Ἰωάννης Ζωναρᾶς, Epitome Historiarum, 15.7, WIII 91, @scaife.perseus
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλιτικοί τύποι
επεξεργασία- ἄχθη (ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού)
Εκφράσεις
επεξεργασία- ἄχθη τῆς θαλάσσης: κήτη
- → δείτε παράθεμα στο ἄχθη τῆς θαλάσσης
Πηγές
επεξεργασία- άχθος - Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
- σελ. 410, Τόμος Γ΄ --Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | ἄχθος | τὰ | ἄχθη - ἄχθεᾰ |
γενική | τοῦ | ἄχθους - ἄχθεος | τῶν | ἀχθῶν - ἀχθέων |
δοτική | τῷ | ἄχθει - ἄχθεῐ̈ | τοῖς | ἄχθεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὸ | ἄχθος | τὰ | ἄχθη - ἄχθεα |
κλητική ὦ! | ἄχθος | ἄχθη - ἄχθεα | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἄχθει - ἄχθεε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἀχθοῖν - ἀχθέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'βέλος' όπως «βέλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἄχθος, ήδη ομηρικό (ἄχθος ἀρούρης) < πιθανόν ag-thos με επίθημα -θος. Το θέμα, στο ρήμα ἄγω [1] < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα **h₂edʰǵʰ- (πιέζω).[2]
- Κατά τον Beekes[3], είναι παράγωγο του ἄχθομαι, επισημαίνοντας δυσκολίες, όπως στη συνδεση με τη χεττιτικά ρίζα ḫatk- (=κλείνω).
- Λιγότερο πιθανή υπόθεση: < ὀχθέω
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἄχθος, -εος/-ους ουδέτερο
- βάρος, φορτίο
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 692 (692-694)
- δεινὸν δ᾽ εἴ κ᾽ ἐπ᾽ ἄμαξαν ὑπέρβιον ἄχθος ἀείρας | ἄξονα καυάξαις καὶ φορτία μαυρωθείη. | μέτρα φυλάσσεσθαι· καιρὸς δ᾽ ἐπὶ πᾶσιν ἄριστος.
- Κι ακόμη είναι φοβερό βάζοντας βάρος υπερβολικό στην άμαξα επάνω | τον άξονα να σπάσεις και το φορτίο ν᾽ αφανίσεις. | Τα μέτρα φύλαγε. Είναι η καίρια στιγμή η άριστη για όλα.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- δεινὸν δ᾽ εἴ κ᾽ ἐπ᾽ ἄμαξαν ὑπέρβιον ἄχθος ἀείρας | ἄξονα καυάξαις καὶ φορτία μαυρωθείη. | μέτρα φυλάσσεσθαι· καιρὸς δ᾽ ἐπὶ πᾶσιν ἄριστος.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 35.3
- τὰ ἄχθεα οἱ μὲν ἄνδρες ἐπὶ τῶν κεφαλέων φορέουσι, αἱ δὲ γυναῖκες ἐπὶ τῶν ὤμων.
- Τα φορτία οι άνδρες τα κουβαλούν στο κεφάλι τους, οι γυναίκες στους ώμους.
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- τὰ ἄχθεα οἱ μὲν ἄνδρες ἐπὶ τῶν κεφαλέων φορέουσι, αἱ δὲ γυναῖκες ἐπὶ τῶν ὤμων.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Προμηθεὺς δεσμώτης, στίχ. 350 (347-350)
- οὐ δῆτ᾽, ἐπεί με καὶ κασιγνήτου τύχαι | τείρουσ᾽ Ἄτλαντος, ὃς πρὸς ἑσπέρους τόπους | ἕστηκε κίον᾽ οὐρανοῦ τε καὶ χθονὸς | ὤμοις ἐρείδων, ἄχθος οὐκ εὐάγκαλον.
- Όχι· με φτάνει κι όσο τ᾽ αδερφού μου η μοίρα | του Άτλαντα με πονεί, που στους Εσπέριους τόπους | στέκει στηρίζοντας στους ώμους την κολώνα | τ᾽ ουρανού και της γης – κακοβάσταγο βάρος.
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- οὐ δῆτ᾽, ἐπεί με καὶ κασιγνήτου τύχαι | τείρουσ᾽ Ἄτλαντος, ὃς πρὸς ἑσπέρους τόπους | ἕστηκε κίον᾽ οὐρανοῦ τε καὶ χθονὸς | ὤμοις ἐρείδων, ἄχθος οὐκ εὐάγκαλον.
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 692 (692-694)
- (μεταφορικά) λύπη, θλίψη, στενοχώρια
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀντιγόνη, στίχ. 1172
- τί δ᾽ αὖ τόδ᾽ ἄχθος βασιλέων ἥκεις φέρων;
- Ποιά ᾽ναι αυτή πάλι η συφορά που φέρνεις στους βασιλιάδες;
- Μετάφραση (1940): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης), Αθήνα: Εστία @greek‑language.gr
- Τί άλλη δυστυχία στους βασιλιάδες φέρνεις τώρα πάλι;
- Μετάφραση σε πεζό (1912): Κωνσταντίνος Χρηστομάνος @greek-language.gr
- Ποιά ᾽ναι αυτή πάλι η συφορά που φέρνεις στους βασιλιάδες;
- τί δ᾽ αὖ τόδ᾽ ἄχθος βασιλέων ἥκεις φέρων;
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀντιγόνη, στίχ. 1172
Εκφράσεις
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία ετυμολογικό πεδίο
ἀχθ-
ἀχθ-
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ άχθος - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ DGE, Bailly στο ἄχθος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ↑ ἄχθος σελ. 183 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Πηγές
επεξεργασία- ἄχθος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἄχθος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.