ψυχρό μέτωπο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ψυχρό μέτωπο | τα | ψυχρά μέτωπα |
γενική | του | ψυχρού μετώπου | των | ψυχρών μετώπων |
αιτιατική | το | ψυχρό μέτωπο | τα | ψυχρά μέτωπα |
κλητική | ψυχρό μέτωπο | ψυχρά μέτωπα | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /psiˈxɾo ˈme.to.po/
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ψυχρό μέτωπο ουδέτερο
- (μετεωρολογία) το εμπρός άκρο μίας μάζας ψυχρού αέρα που προωθείται, στο οποίο συνήθως δημιουργούνται νέφη σωρειτομελανιών τα οποία προκαλούν έντονα καιρικά φαινόμενα[1]
- ※ Ένα ψυχρό μέτωπο από τα Βαλκάνια, που θα κινηθεί νότια, θα προκαλέσει μεταβολή του καιρού το διήμερο Τετάρτης και Πέμπτης, με τοπικές βροχές και σποραδικές καταιγίδες, οι οποίες σταδιακά θα επηρεάσουν το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας μας. (Έρχεται ψυχρό μέτωπο από τα Βαλκάνια – Θα προκαλέσει βροχές και πτώση της θερμοκρασίας, εφημερίδα Καθημερινή, 6 Μαΐου 2020)
Αντώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ψυχρό μέτωπο
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Ψυχρό μέτωπο, στον Θησαυρό Μετεωρολογικών Όρων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών