χρωμογόνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χρωμογόνος < χρώμα + -ο- + -γόνος (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική chromogenic)
Επίθετο
επεξεργασίαχρωμογόνος, -ος/-α, -ο
- που σχετίζεται με την παραγωγή χρώματος, που έχει σχέση με διαδικασίες ή υλικά που δημιουργούν χρώμα μέσω χημικών αντιδράσεων
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Chromogenic στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία χρωμογόνος