↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πολύανθος η πολύανθη το πολύανθο
      γενική του πολύανθου της πολύανθης του πολύανθου
    αιτιατική τον πολύανθο την πολύανθη το πολύανθο
     κλητική πολύανθε πολύανθη πολύανθο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πολύανθοι οι πολύανθες τα πολύανθα
      γενική των πολύανθων των πολύανθων των πολύανθων
    αιτιατική τους πολύανθους τις πολύανθες τα πολύανθα
     κλητική πολύανθοι πολύανθες πολύανθα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πολύανθος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή πολύανθος

  Επίθετο

επεξεργασία

πολύανθος, -η, -ο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • πολύανθοςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / πολύανθος τὸ πολύανθον
      γενική τοῦ/τῆς πολυάνθου τοῦ πολυάνθου
      δοτική τῷ/τῇ πολυάνθ τῷ πολυάνθ
    αιτιατική τὸν/τὴν πολύανθον τὸ πολύανθον
     κλητική ! πολύανθε πολύανθον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ πολύανθοι τὰ πολύανθ
      γενική τῶν πολυάνθων τῶν πολυάνθων
      δοτική τοῖς/ταῖς πολυάνθοις τοῖς πολυάνθοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς πολυάνθους τὰ πολύανθ
     κλητική ! πολύανθοι πολύανθ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ πολυάνθω τὼ πολυάνθω
      γεν-δοτ τοῖν πολυάνθοιν τοῖν πολυάνθοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «δύσκολος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πολύανθος < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο

επεξεργασία

πολύανθος, -ος, -ον (ελληνιστική κοινή)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)