πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παροικία οι παροικίες
      γενική της παροικίας των παροικιών
    αιτιατική την παροικία τις παροικίες
     κλητική παροικία παροικίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

παροικία θηλυκό

  1. οι ομοεθνείς αλλοδαποί κάτοικοι μιας πόλης σε ξένη χώρα ως σύνολο
      Στα μέλη της ελληνικής παροικίας της Νεαπόλεως περιλαμβάνονταν επιφανείς οικογένειες, όπως οι Παλαιολόγοι, Ράλληδες... (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 244)
  2. ο τόπος ή η συνοικία που αυτοί συνήθως κατοικούν

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία