πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο λιχούδης η λιχούδα το λιχούδικο
      γενική του λιχούδη της λιχούδας του λιχούδικου
    αιτιατική τον λιχούδη τη λιχούδα το λιχούδικο
     κλητική λιχούδη λιχούδα λιχούδικο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι λιχούδηδες οι λιχούδες τα λιχούδικα
      γενική των λιχούδηδων των λιχούδικων
    αιτιατική τους λιχούδηδες τις λιχούδες τα λιχούδικα
     κλητική λιχούδηδες λιχούδες λιχούδικα
To ουδέτερο, από τα επίθετα σε -ικος.
Το αρσενικό και το θηλυκό, και ως ουσιαστικά.
Κατηγορία όπως «ζηλιάρης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

λιχούδης, -α, -ικο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία