κολούων
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΜετοχή
επεξεργασίακολούων, -ουσα, -ον
- μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος κολούω
- (με τη σημασία) αποκόπτω, κονταίνω, κολοβώνω
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 5 (Τερψιχόρη), 92ζ.2
- καὶ ἐκόλουε αἰεὶ ὅκως τινὰ ἴδοι τῶν ἀσταχύων ὑπερέχοντα, κολούων δὲ ἔρριπτε, ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ τοιούτῳ.
- έτσι κι έβλεπε κάποιο στάχυ να υψώνεται πάνω απ᾽ τ᾽ άλλα, το τσάκιζε και τσακίζοντας το τό έριχνε καταγής, συνεχώς· στο τέλος μ᾽ αυτό τον τρόπο τα πιο καμαρωτά και τα πιο ψηλά στάχυα τα ρήμαξε.
- Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- καὶ ἐκόλουε αἰεὶ ὅκως τινὰ ἴδοι τῶν ἀσταχύων ὑπερέχοντα, κολούων δὲ ἔρριπτε, ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ τοιούτῳ.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 5 (Τερψιχόρη), 92ζ.2
- (με τη σημασία) (μεταφορικά) (για ανθρώπους) ταπεινώνω, μειώνω
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Νόμοι, 5, 731a @scaife.perseus
- φιλονικείτω δὲ ἡμῖν πᾶς πρὸς ἀρετὴν ἀφθόνως. ὁ μὲν γὰρ τοιοῦτος τὰς πόλεις αὔξει, ἁμιλλώμενος μὲν αὐτός, τοὺς ἄλλους δὲ οὐ κολούων διαβολαῖς·
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Περικλῆς, 29.2
- ὅλως διετέλει κολούων, ὡς μηδὲ τοῖς ὀνόμασι γνησίους, ἀλλ᾽ ὀθνείους καὶ ξένους, ὅτι τῶν Κίμωνος υἱῶν τῷ μὲν ἦν Λακεδαιμόνιος ὄνομα, τῷ δὲ Θεσσαλός, τῷ δ᾽ Ἠλεῖος.
- Γενικά προσπαθούσε με κάθε τρόπο να ταπεινώσει τους γιους του Κίμωνα, γιατί, όπως έλεγε, και τα ονόματά τους ακόμη δείχνουν πως δεν είναι γνήσιοι Αθηναίοι, παρά νόθοι και ξένοι, αφού ο ένας λεγόταν Λακεδαιμόνιος, ο δεύτερος Θεσσαλός και ο τρίτος Ηλείος.
- Μετάφραση (1965): Μιχάλης Οικονόμου @greek-language.gr
- ὅλως διετέλει κολούων, ὡς μηδὲ τοῖς ὀνόμασι γνησίους, ἀλλ᾽ ὀθνείους καὶ ξένους, ὅτι τῶν Κίμωνος υἱῶν τῷ μὲν ἦν Λακεδαιμόνιος ὄνομα, τῷ δὲ Θεσσαλός, τῷ δ᾽ Ἠλεῖος.
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Νικίας, 6.1
- Ὁρῶν δὲ τῶν ἐν λόγῳ δυνατῶν ἢ τῷ φρονεῖν διαφερόντων ἀποχρώμενον εἰς ἔνια ταῖς ἐμπειρίαις τὸν δῆμον, ὑφορώμενον δ᾽ ἀεὶ καὶ φυλαττόμενον τὴν δεινότητα καὶ κολούοντα τὸ φρόνημα καὶ τὴν δόξαν
- Έβλεπε όμως ότι ο λαός χρησιμοποιούσε σε ορισμένες περιπτώσεις την εμπειρία των ικανών στον λόγο ή αυτών που υπερείχαν στη φρόνηση, αλλά παράλληλα φυλαγόταν συνεχώς από αυτήν την ευγλωττία τους και προσπαθούσε να ταπεινώσει το φρόνημα και τη δόξα τους.
- Μετάφραση (2012), Α.Ι. Γιαγκόπουλος-Ζ.Ε. Μαλαθούνη, @greek‑language.gr
- Ὁρῶν δὲ τῶν ἐν λόγῳ δυνατῶν ἢ τῷ φρονεῖν διαφερόντων ἀποχρώμενον εἰς ἔνια ταῖς ἐμπειρίαις τὸν δῆμον, ὑφορώμενον δ᾽ ἀεὶ καὶ φυλαττόμενον τὴν δεινότητα καὶ κολούοντα τὸ φρόνημα καὶ τὴν δόξαν
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Νόμοι, 5, 731a @scaife.perseus
- (με τη σημασία) (μεταφορικά) ελαττώνω, περικόπτω
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Θεμιστοκλῆς, 22.4
- Τὸν μὲν οὖν ἐξοστρακισμὸν ἐποιήσαντο κατ᾽ αὐτοῦ, κολούοντες τὸ ἀξίωμα καὶ τὴν ὑπεροχήν, ὥσπερ εἰώθεσαν ἐπὶ πάντων οὓς ᾤοντο τῇ δυνάμει βαρεῖς καὶ πρὸς ἰσότητα δημοκρατικὴν ἀσυμμέτρους εἶναι.
- Τον εξοστρακισμό λοιπόν του Θεμιστοκλή τον αποφάσισαν οι Αθηναίοι, θέλοντας να περιορίσουν την πολιτική δύναμη και την υπεροχή του, όπως συνήθιζαν να κάνουν για όλους εκείνους που νόμιζαν ότι αποχτούσαν δύναμη μεγάλη και ασυμβίβαστη προς την ισότητα που απαιτεί η δημοκρατία.
- Μετάφραση (1965), Μιχάλης Οικονόμου, @greek‑language.gr
- Τὸν μὲν οὖν ἐξοστρακισμὸν ἐποιήσαντο κατ᾽ αὐτοῦ, κολούοντες τὸ ἀξίωμα καὶ τὴν ὑπεροχήν, ὥσπερ εἰώθεσαν ἐπὶ πάντων οὓς ᾤοντο τῇ δυνάμει βαρεῖς καὶ πρὸς ἰσότητα δημοκρατικὴν ἀσυμμέτρους εἶναι.
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Θεμιστοκλῆς, 22.4
Πηγές
επεξεργασία- κολούω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κολούω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ΜΟΡΦΩ@ΛΟΓΕΙΟΝ
- μορφολογία@perseus.tufts.edu