Ετυμολογία

επεξεργασία

μειώνω

  1. κάνω κάτι μικρότερο σε μέγεθος ή σε αριθμό ή σε ένταση κλπ
    Είναι ανάγκη να μειώσουμε τα έξοδά μας.
  2. (για πρόσωπα) προσβάλλω, φέρομαι υποτιμητικά
    Αυτή η συμπεριφορά του με μειώνει.

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία