Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ταπεινώνω < αρχαία ελληνική ταπεινόω-ῶ < ταπεινός

  Ρήμα επεξεργασία

ταπεινώνω

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία