• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ενιαίος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Πολυλεκτικοί όροι
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό επεκτείνοντάς την!
πτώση ενικός
ονομαστική ενιαίος ενιαία ενιαίο
γενική ενιαίου ενιαίας ενιαίου
αιτιατική ενιαίο ενιαία ενιαίο
κλητική ενιαίε ενιαία ενιαίο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ενιαίοι ενιαίες ενιαία
γενική ενιαίων ενιαίων ενιαίων
αιτιατική ενιαίους ενιαίες ενιαία
κλητική ενιαίοι ενιαίες ενιαία


  Ετυμολογία Επεξεργασία

ενιαίος < αρχαία ελληνική ἑνιαῖος

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

ενιαίος

  • ο αδιάσπαστος, ο αδιαίρετος, που απαρτίζει μια ενότητα ή ένα σύνολο

Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία

  • ενιαίος εντοπιστής πόρου (URL)

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ενιαίος
  • αγγλικά : united (en), unified (en), uniform (en), flat (en)
  • γαλλικά : uni (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ενιαίος&oldid=4981094"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Ιανουαρίου 2021, στις 13:33

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Ιανουαρίου 2021, στις 13:33.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie