• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

uniform

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
    • 1.4 Επίθετο
      • 1.4.1 Πολυλεκτικοί όροι
    • 1.5 Ρήμα
    • 1.6 Αναφορές

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

uniform < (άμεσο δάνειο) μέση γαλλική uniforme < λατινική uniformis[1]

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈjunəˌfɔɹm/
  (βοήθεια·αρχείο)
τυπογραφικός συλλαβισμός : uni‐form

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

uniform (en) (πληθυντικός uniforms)

  1. (ενδυμασία) η στολή
  2. το γράμμα U στο φωνητικό αλφάβητο του NATO

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

uniform (en)

  • ομοιόμορφος

Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία

  • Uniform Resource Locator (URL)

  ΡήμαΕπεξεργασία

uniform (en)

  • ντύνω κάποιον με στολή

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

  1. ↑ uniform, στο λεξικό Merriam-Webster
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=uniform&oldid=5320918"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Οκτωβρίου 2021, στις 08:24
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Οκτωβρίου 2021, στις 08:24.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie