↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο διαθεματικός η διαθεματική το διαθεματικό
      γενική του διαθεματικού της διαθεματικής του διαθεματικού
    αιτιατική τον διαθεματικό τη διαθεματική το διαθεματικό
     κλητική διαθεματικέ διαθεματική διαθεματικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι διαθεματικοί οι διαθεματικές τα διαθεματικά
      γενική των διαθεματικών των διαθεματικών των διαθεματικών
    αιτιατική τους διαθεματικούς τις διαθεματικές τα διαθεματικά
     κλητική διαθεματικοί διαθεματικές διαθεματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
διαθεματικός < δια- + θεματικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική intersubjective)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ði.a.θe.ma.tiˈkos/ & /ðʝa.θe.ma.tiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐α‐θε‐μα‐τι‐κός ή δια‐θε‐μα‐τι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

διαθεματικός, -ή, -ό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία