θεματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- θεματικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
θεματικός
- ο σχετικός με ένα θέμα, ένα αντικείμενο υπό διαπραγμάτευση
- θεματικές ενότητες
- ο σχετικός με το θέμα, διοικητική διαίρεση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας
- ο θεματικός στρατός του Ανατολικού