thématique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
thématique | thématiques |
thématique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
thématique | thématiques |
thématique (fr) θηλυκό
- η θεματολογία, η θεματική