αρχιδάτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αρχιδάτος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀρχιδάτος [1] στη μεταφορική σημασία. Μορφολογικά αναλύεται σε αρχίδ(ι) + -άτος.
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aɾ.çiˈða.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐χι‐δά‐τος
Επίθετο
επεξεργασίααρχιδάτος, -η, -ο
- (χυδαίο) που έχει μεγάλα αρχίδια[1]
- (μεταφορικά, λαϊκότροπο) πολύ ικανός, αξιόλογος, με ιδιαίτερη βαρύτητα
- ※ Γιάννη Ψυχάρη και Αργύρη Εφταλιώτη αλληλογραφία: 716 γράμματα (1890-1923), Πανεπιστήμιο Ιωαννίννων, 1988 απόσπασμα@books.google. γρ.152, ημερομηνία: 1899.07.21.
- Έπειτα, γιά να σου πω! Θα ζήσουμε ακόμη χρόνια και χρόνια. Τι τα συλλογιούμαστε αφτά, μπρε αδερφέ; Καλό και φρόνιμο από τώρα να τα βάλουμε σε τάξη· μα θα γεράσουμε κιόλας και θα γράψουμε άλλα κάμποσα, να γίνῃ τόμος τόμαρος αρχιδάτος περίφημος.
- ΣτΕ: [μεταγραφή σε μονοτονικό] Γράφει ο Γιάννης Ψυχάρης στον Αργύρη Εφταλιώτη Στο: Εμμανουήλ Κριαράς Ερευνητικά. 11. Η αλληλογραφία ως ιστορικό τεκμήριο. σελ.147
- Έπειτα, γιά να σου πω! Θα ζήσουμε ακόμη χρόνια και χρόνια. Τι τα συλλογιούμαστε αφτά, μπρε αδερφέ; Καλό και φρόνιμο από τώρα να τα βάλουμε σε τάξη· μα θα γεράσουμε κιόλας και θα γράψουμε άλλα κάμποσα, να γίνῃ τόμος τόμαρος αρχιδάτος περίφημος.
- ≈ συνώνυμα: περίφημος, πανάξιος, βαρβάτος
- ※ Γιάννη Ψυχάρη και Αργύρη Εφταλιώτη αλληλογραφία: 716 γράμματα (1890-1923), Πανεπιστήμιο Ιωαννίννων, 1988 απόσπασμα@books.google. γρ.152, ημερομηνία: 1899.07.21.
- (κυριολεκτικά, για ζώα) [2]
Άλλες γραφές
επεξεργασία- μεσαιωνικά ελληνικά: ἀρχιδάτος και μορφή ἀρχιάτος
- (καθαρεύουσα): με περισπωμένη ἀρχιδᾶτος κατά το ελληνιστικό επίθημα -ᾶτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία όχι ευνουχισμένος
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 αρχιδάτος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ «ἀρχιδᾶτος» - ⌘ Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών, Τόμος 3=3.1, σελ.133.