Δείτε επίσης: σία, ΣΙΑ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈsi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σί‐α

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σία οι Σίες
      γενική της Σίας
    αιτιατική τη Σία τις Σίες
     κλητική Σία Σίες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Σία: περικοπή ονόμάτων που λήγουν σε -σία, όπως Αθανασία, Αναστασία, Διονυσία, Κερασία, Θεοδοσία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Σία < Συντροφία, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική Cie (< Compagnie)

  Συντομομορφή επεξεργασία

Σία θηλυκό συντομογραφία

  1. (οικονομία, νομικός όρος) της λέξης Συντροφία, για να δηλωθούν οι υπόλοιποι συνέταιροι μιας επιχείρησης που δεν αναφέρονται στον τίτλο/επωνυμία της επιχείρησης
    Γραφείο ταξιδιών Θόμψων και Σία (τίτλος μυθιστορήματος του Ιουλίου Βερν)
  2. (ειρωνικό) τα υπόλοιπα, εκτός από τον αρχηγό, μέλη μιας παρέας

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

Σία < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σία αρσενικό άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 4 επεξεργασία

Σία < γενική ενικού του αρσενικού Σίας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σία θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Σία αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία