Ετυμολογία

επεξεργασία
Πεντάτευχος < αρχαία ελληνική Πεντάτευχος < πεντάτευχος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πεντάτευχος θηλυκό, μόνο στον ενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία