Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κοζάκος οι Κοζάκοι
      γενική του Κοζάκου των Κοζάκων
    αιτιατική τον Κοζάκο τους Κοζάκους
     κλητική Κοζάκε Κοζάκοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Κοζάκοι.

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κοζάκος < (άμεσο δάνειο) γαλλική cosaque + -ος < πολωνική Kozak[1] < ουκρανική коза́к (kozák)[2] < προέλευσης από τουρκικές γλώσσες quzzāq [3]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κοζάκος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κοζάκος οι Κοζάκοι
      γενική του Κοζάκου των Κοζάκων
    αιτιατική τον Κοζάκο τους Κοζάκους
     κλητική Κοζάκο Κοζάκοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κοζάκος < εθνωνυμικό Κοζάκος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κοζάκος αρσενικό

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  2. Κοζάκος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  3. Cossack στο αγγλικό Βικιλεξικό