Ουσιαστικό

επεξεργασία

minus (en)

  1. (μαθηματικά) το μείον, το πλην
    παράδειγμα  Negative algebraic numbers are symbolized with a minus.
    Οι αρνητικοί αλγεβρικοί αριθμοί συμβολίζονται με (το) μείον/πλην.
     συνώνυμα: minus sign
  2. (ανεπίσημο) τα μείον, τα πλην, τα μειονεκτήματα

minus (en)

  1. (μαθηματικά) μείον, πλην, παρά, για να δηλώσει αυτό που μένει αφού αφαιρεθεί το ποσό που προσδιορίζει
    παράδειγμα  Ons minus one equals zero.
    Ένα μείον ένα ίσον μηδέν.
    παράδειγμα  How much is five minus three?
    Πόσο κάνει πέντε μείον τρία;
    παράδειγμα  Five minus two equals three.
    Πέντε πλην δύο ίσον τρία.
    παράδειγμα  a thousand minus one - χίλια παρά ένα
     συνώνυμα: less
     αντώνυμα: plus
  2. μείον, πλην, για θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν
    παράδειγμα  The thermometer reached minus ten degrees Celsius.
    Το θερμόμετρο έφτασε στους μείον/πλην δέκα βαθμούς Κελσίου.
     συνώνυμα: negative
     αντώνυμα: plus
  3. (ανεπίσημο) χωρίς κάποιον ή κάτι
    παράδειγμα  There were 50 minus me.
    Ήταν πενήντα χωρίς εμένα.
     συνώνυμα: without



ενικός πληθυντικός
minus minus

Ετυμολογία

επεξεργασία
minus < λατινική minus < minus habens (αυτός που έχει (κάτι) λιγότερο)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

minus (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

Επίρρημα

επεξεργασία



Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

minus (pl) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία