πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -φυλλος η -φυλλη το -φυλλο
      γενική του -φυλλου της -φυλλης του -φυλλου
    αιτιατική τον -φυλλο τη(ν) -φυλλη το -φυλλο
     κλητική -φυλλε -φυλλη -φυλλο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -φυλλοι οι -φυλλες τα -φυλλα
      γενική των -φυλλων των -φυλλων των -φυλλων
    αιτιατική τους -φυλλους τις -φυλλες τα -φυλλα
     κλητική -φυλλοι -φυλλες -φυλλα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  • -φυλλος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)