ἀρραγής
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | ἀρραγής | τὸ | ἀρραγές | ||
γενική | τοῦ/τῆς | ἀρραγοῦς | τοῦ | ἀρραγοῦς | ||
δοτική | τῷ/τῇ | ἀρραγεῖ | τῷ | ἀρραγεῖ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | ἀρραγῆ | τὸ | ἀρραγές | ||
κλητική ὦ! | ἀρραγές | ἀρραγές | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | ἀρραγεῖς | τὰ | ἀρραγῆ | ||
γενική | τῶν | ἀρραγῶν | τῶν | ἀρραγῶν | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | ἀρραγέσῐ(ν) | τοῖς | ἀρραγέσῐ(ν) | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | ἀρραγεῖς | τὰ | ἀρραγῆ | ||
κλητική ὦ! | ἀρραγεῖς | ἀρραγῆ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἀρραγεῖ | τὼ | ἀρραγεῖ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἀρραγοῖν | τοῖν | ἀρραγοῖν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀρραγής < ἀ- στερητικό + -ρραγής (θέμα ραγ- με διπλασιασμό ρρ < ῥήγνυμι)
Επίθετο
επεξεργασίαἀρραγής, -ής, -ές
- άθραυστος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ τῶν ἐν κεφαλῇ τρωμάτων, (De capitis vulneribus), 12, p.226, @scaife.perseus
- τὰ δ ἄλλα ὀστέα, τὰ περιέχοντα τὴν ῥαφὴν, μένει ἀῤῥαγέα, ὅτι ἰσχυρότερά ἐστι τῆς ῥαφῆς.
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Δημήτριος, 21.3 @scaife.perseus
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ τῶν ἐν κεφαλῇ τρωμάτων, (De capitis vulneribus), 12, p.226, @scaife.perseus
- (μεταφορικά) στέρεος, σταθερός, ακλόνητος
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Μάξιμος ο εκ Τύρου, Dialexeis, 41.ii.d, @scaife.perseus
- οὗ ὁ νοῦς ἀρραγὴς ὤν
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Μάξιμος ο εκ Τύρου, Dialexeis, 41.ii.d, @scaife.perseus
- που δεν ραγίζει, που δεν σπάει
- (μεταφορικά, για μάτια) που δεν ξεσπούν σε κλάματα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀπόσπασμα, 736 @poesialatina.it, @archive.org
- ἀρραγὲς ὄμμα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀπόσπασμα, 736 @poesialatina.it, @archive.org
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἀρραγής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.