φιλόξενος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φιλόξενος < αρχαία ελληνική φιλόξενος < φίλος + ξένος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fiˈlo.kse.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λό‐ξε‐νος
Επίθετο
επεξεργασίαφιλόξενος
- που υποδέχεται πρόθυμα και φιλικά ξένους
Συγγενικά
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φιλόξενος