φεβρουαριανός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φεβρουαριανός < Φεβρουάρι(ος) + -ανός
Επίθετο
επεξεργασίαφεβρουαριανός, -ή, -ό
- που γίνεται κατά τον Φεβρουάριο
- σχετικός με τον Φεβρουάριο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- γεναριάτικος
- μαρτιάτικος
- απριλιανός / απριλιάτικος
- μαγιάτικος
- ιουνιανός
- ιουλιανός
- αυγουστιανός / αυγουστιάτικος
- σεπτεμβριανός / σεπτεμβριάτικος
- οκτωβριανός
- νοεμβριανός
- δεκεμβριανός / δεκεμβριάτικος
Μεταφράσεις
επεξεργασία φεβρουαριανός
|