↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αυγουστιάτικος η αυγουστιάτικη το αυγουστιάτικο
      γενική του αυγουστιάτικου της αυγουστιάτικης του αυγουστιάτικου
    αιτιατική τον αυγουστιάτικο την αυγουστιάτικη το αυγουστιάτικο
     κλητική αυγουστιάτικε αυγουστιάτικη αυγουστιάτικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αυγουστιάτικοι οι αυγουστιάτικες τα αυγουστιάτικα
      γενική των αυγουστιάτικων των αυγουστιάτικων των αυγουστιάτικων
    αιτιατική τους αυγουστιάτικους τις αυγουστιάτικες τα αυγουστιάτικα
     κλητική αυγουστιάτικοι αυγουστιάτικες αυγουστιάτικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αυγουστιάτικος < Αύγουστ(ος) + -άτικος

  Επίθετο

επεξεργασία

αυγουστιάτικος, -η, -ο

  1. που συμβαίνει κατά τον Αύγουστο
  2. σχετικός με τον Αύγουστο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία