• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συμπερίληψη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συμπερίληψη οι συμπεριλήψεις
      γενική της συμπερίληψης* των συμπεριλήψεων
    αιτιατική τη συμπερίληψη τις συμπεριλήψεις
     κλητική συμπερίληψη συμπεριλήψεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, συμπεριλήψεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

συμπερίληψη < συμπεριλαμβάνω + -ψη < ελληνιστική κοινή συμπεριλαμβάνω < σύν + περί + αρχαία ελληνική λαμβάνω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

συμπερίληψη θηλυκό

  • η ενέργεια του ρήματος συμπεριλαμβάνω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    συμπερίληψη
  • αγγλικά : inclusion (en)
  • γαλλικά : inclusion (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συμπερίληψη&oldid=5535103"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:12
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:12.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie