πόσις
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | πόσις | οἱ | πόσιες |
γενική | τοῦ | πόσιος | τῶν | ποσίων |
δοτική | τῷ | πόσιῐ επικός πόσεϊ |
τοῖς | πόσιῐ(ν) |
αιτιατική | τὸν | πόσιν | τοὺς | πόσιᾰς |
κλητική ὦ! | πόσι & πόσις |
πόσιες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πόσιε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ποσίοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'λάτρις' όπως «λάτρις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- πόσις < πρωτοελληνική *pótis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pótis (κύριος, ιδιοκτήτης, σύζυγος). Συγγενές με τη λατινική potis και τη σανσκριτική पति (pátis).
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπόσις αρσενικό (& ποιητικός τύπος πόσσις)
- σύζυγος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἄλκηστις, στίχ. 323 (323-324)
- ※ καὶ σοὶ μέν, πόσι,/γυναῖκ᾽ ἀρίστην ἔστι κομπάσαι λαβεῖν
- Κι εσύ, σύζυγε, μπορείς να παινευτείς πως έλαβες γυναίκα άριστη
- ※ καὶ σοὶ μέν, πόσι,/γυναῖκ᾽ ἀρίστην ἔστι κομπάσαι λαβεῖν
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Πολιτικά, 1
- (σπάνια στον πεζό λόγο) μέρη οἰκίας δεσπότης καὶ δοῦλος, καὶ πόσις καὶ ἄλοχος, καὶ πατὴρ καὶ τέκνα
- τα μέρη ενός οίκου είναι ο κύριος κι ο δούλος, ο σύζυγος και η σύζυγος, ο πατέρας και τα παιδιά
- (σπάνια στον πεζό λόγο) μέρη οἰκίας δεσπότης καὶ δοῦλος, καὶ πόσις καὶ ἄλοχος, καὶ πατὴρ καὶ τέκνα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἄλκηστις, στίχ. 323 (323-324)
Συγγενικά
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | πόσῐς | αἱ | πόσεις |
γενική | τῆς | πόσεως ιωνικός πόσῑος |
τῶν | πόσεων |
δοτική | τῇ | πόσει ιωνικός πόσῑ |
ταῖς | πόσεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | πόσῐν | τὰς | πόσεις |
κλητική ὦ! | πόσῐ | πόσεις | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πόσει | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ποσέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- πόσις < πίνω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπόσις θηλυκό
- πόση, ποτό
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 176
- βρῶσίς τε πόσις τε
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 176
- συμπόσιο, ευωχία, γλέντι
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 172.1
- συγγίνεσθαι ἐς πόσιν
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 172.1
Πηγές
επεξεργασία- πόσις - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πόσις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.