↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ποτό τα ποτά
      γενική του ποτού των ποτών
    αιτιατική το ποτό τα ποτά
     κλητική ποτό ποτά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ποτό < αρχαία ελληνική ποτόν, ουδέτερο του επιθέτου ποτός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ποτό ουδέτερο

  • κάθε τι που πίνεται (εκτός ίσως από το νερό και το γάλα)· λέγεται κυρίως για τα αναψυκτικά και τα οινοπνευματώδη

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία