• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ποίμνιο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ποίμνιο τα ποίμνια
      γενική του ποιμνίου
& ποίμνιου
των ποιμνίων
    αιτιατική το ποίμνιο τα ποίμνια
     κλητική ποίμνιο ποίμνια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ποίμνιο < αρχαία ελληνική ποίμνιον < ποίμνη < ποιμήν

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ποίμνιο ουδέτερο

  1. (κυριολεκτικά) (λόγιο) το κοπάδι, το σύνολο των προβάτων ή άλλων ζώων ενός βοσκού
  2. (μεταφορικά) (θρησκεία) το σύνολο των πιστών μιας ενορίας, μιας εκκλησίας κ.λπ.

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ποίμνη
  • ποιμνιοστάσιο
  • → δείτε τη λέξη ποιμένας

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    (κυριολεκτικά)
  • αγγλικά : flock (en)
  • γαλλικά : troupeau (fr)
    (μεταφορικά)
  • αγγλικά : flock (en)
  • γαλλικά : ouailles (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ποίμνιο&oldid=5506478"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 20:45

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 20:45. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας