Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παράτυπος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παράτυπ
ος
η
παράτυπ
η
το
παράτυπ
ο
γενική
του
παράτυπ
ου
της
παράτυπ
ης
του
παράτυπ
ου
αιτιατική
τον
παράτυπ
ο
την
παράτυπ
η
το
παράτυπ
ο
κλητική
παράτυπ
ε
παράτυπ
η
παράτυπ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παράτυπ
οι
οι
παράτυπ
ες
τα
παράτυπ
α
γενική
των
παράτυπ
ων
των
παράτυπ
ων
των
παράτυπ
ων
αιτιατική
τους
παράτυπ
ους
τις
παράτυπ
ες
τα
παράτυπ
α
κλητική
παράτυπ
οι
παράτυπ
ες
παράτυπ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παράτυπος
<
παρα-
+
τύπος
((
μεταφραστικό δάνειο
)
γαλλική
contre la forme
)
Επίθετο
επεξεργασία
παράτυπος, -η, -ο
που δεν
συμφωνεί
με τους
κανόνες
και γίνεται κατά
παράβασή
τους.
Συνώνυμα
επεξεργασία
αντικανονικός
Συγγενικά
επεξεργασία
παράτυπα
→
δείτε
τις λέξεις
παρά
και
τύπος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παράτυπος
αγγλικά
:
irregular
(en)
γαλλικά
:
irrégulier
(fr)