οστρακιά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | οστρακιά | οι | οστρακιές |
γενική | της | οστρακιάς | των | οστρακιών |
αιτιατική | την | οστρακιά | τις | οστρακιές |
κλητική | οστρακιά | οστρακιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- οστρακιά < όστρακον
Ουσιαστικό επεξεργασία
οστρακιά θηλυκό
- Η οστρακιά ή αλλιώς σκαρλατίνα είναι εξανθηματική και μεταδοτική αρρώστια, αρκετά σοβαρή και προσβάλλει περισσότερο τα παιδιά. Τα συμπτώματα είναι: εμφάνιση υψηλού πυρετού, σπασμοί, εμετοί, ρίγη και πόνοι κατά την κατάποση. Ο χρόνος επώασης είναι 2 μέρες και γίνεται εμφάνιση εξανθήματος στο λαιμό στην αρχή και στις μασχάλες. Έχει χρώμα κόκκινο κι εμφανίζεται κατά την 6η μέρα. Οι άρρωστοι πρέπει να απομονώνονται.
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
οστρακιά