Δείτε επίσης: μισώ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /miˈso/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μι‐σό
ομόηχο: μισώ

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μισό τα μισά
      γενική του μισού των μισών
    αιτιατική το μισό τα μισά
     κλητική μισό μισά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
μισό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου μισός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μισό ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
μισό: κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

μισό

Εκφράσεις
επεξεργασία