κυτταρομεγαλοϊός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κυτταρομεγαλοϊός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cytomegalovirus[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ci.ta.ɾo.me.ɣa.lo.iˈos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κυτ‐τα‐ρο‐με‐γα‐λο‐ϊ‐ός
Ουσιαστικό
επεξεργασίακυτταρομεγαλοϊός αρσενικό
- (βιολογία) οποιοσδήποτε από διάφορους ιούς του έρπητα, οι οποίοι μολύνουν τους σιελογόνους αδένες ορισμένων πρωτευόντων θηλαστικών, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου
- ※ Υπάρχουν πολύ περισσότερες περιπτώσεις προσβολής του κεντρικού νευρικού συστήματος του εμβρύου, που σχετίζονται με καθυστέρηση στην ανάπτυξη του νεογέννητου, προβλήματα όρασης ή ακοής, χωρίς να παρατηρείται υποχρεωτικά μικροκεφαλία. Αυτό παρατηρείται και σε άλλους ιούς και μικρόβια (κυτταρομεγαλοϊός, τοξόπλασμα, ιός της ερυθράς).
- Αθανάσιος Τσακρής, Zika: Ο ύπουλος «ιός των κουνουπιών» επιστρέφει, Η Καθημερινή, 10 Μαΐου 2022
- ※ Υπάρχουν πολύ περισσότερες περιπτώσεις προσβολής του κεντρικού νευρικού συστήματος του εμβρύου, που σχετίζονται με καθυστέρηση στην ανάπτυξη του νεογέννητου, προβλήματα όρασης ή ακοής, χωρίς να παρατηρείται υποχρεωτικά μικροκεφαλία. Αυτό παρατηρείται και σε άλλους ιούς και μικρόβια (κυτταρομεγαλοϊός, τοξόπλασμα, ιός της ερυθράς).
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία κυτταρομεγαλοϊός
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ κυτταρομεγαλοϊός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)