ιχνηθέτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ιχνηθέτης (νεολογισμός) δεύτερο μισό 20ού αιώνα < (απόδοση) αγγλική tracer(Χρειάζεται τεκμηρίωση…) Μορφολογικά αναλύεται σε ίχν(ος) + -η- + -θέτης με αρχαιοπρεπές ένθημα ήτα κατά το ιχνηλάτης αντί του αναμενόμενου νεότερου σύνθετου με ένθημα -ο-: ιχνοθέτης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.xniˈθe.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐χνη‐θέ‐της
Ουσιαστικό
επεξεργασίαιχνηθέτης αρσενικό
- (χημεία, βιοχημεία, λόγιο) λόγια μορφή του ιχνοθέτης: ουσία που εισάγεται σε κάποιο σύστημα λειτουργώντας ως ίχνος ώστε μ' αυτό να ανιχνεύονται, να ιχνηλατούνται, να παρακολουθούνται οι διαδικασίες που συμβαίνουν στο σύστημα
- ※ χρήση ραδιοϊσότοπων ως ιχνηθετών (ιχνηθετ- Σώματα Κειμένων @greek-language.gr)
- ※ Η μέθοδος του αέριου ιχνηθέτη παρέχει υπολογισμό της αεροστεγανότητας ενός κτιρίου με μεγαλύτερη ακρίβεια από τη μέθοδο υπερπίεσης/υποπίεσης του χώρου με τη χρήση ανεμιστήρα και σε συνήθεις διαφορικές πιέσεις. Ωστόσο, η δεύτερη είναι πιο διαδεδομένη, καθώς το κόστος εφαρμογής της μεθόδου του αέριου ιχνηθέτη είναι σημαντικά μεγαλύτερο και η εφαρμογή της απαιτεί εξειδικευμένο προσωπικό.
- Καραναύτη Αικατερίνα. Διαγνωστικοί έλεγχοι εκτίμησης της αεροστεγανότητας κτιρίων με τη χρήση διάταξης Blower-Door: εφαρμογή σε χώρους της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ., πτυχιακή εργασία, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Πολιτεχνική Σχολή, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Εργαστήριο Οικοδομικής και Φυσικής των Κτιρίων, Θεσσαλονίκη, 2020, σελ. 33
- ※ Μια ενδιαφέρουσα ομάδα ιχνηθετών για την ανάλυση DNA αποτελείται από ένζυμα που έχουν απομονωθεί από διάφορα βιολογικά συστήματα και εκπέμπουν φως με τα κατάλληλα χρωμογόνα, φθορισμογόνα και χημειοφωταυγειογόνα υποστρώματα. Η χρήση των τελευταίων επιτρέπει την αύξηση της ευαισθησίας στην ανίχνευση των επιθυμητών μορίων, καθιστώντας την εκπεμπόμενη βιοφωταύγεια ισχυρό αναλυτικό εργαλείο.
- Τουμπανάκη Δήμητρα. Νανοσωματίδια και βιοφωταυγείς ιχνηθέτες στην ανάλυση DNA, διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Πατρών, Σχολή Θετικών Επιστημών, Τμήμα Χημείας, Πάτρα, 2008, σελ. 35
Άλλες γραφές
επεξεργασία- ἰχνηθέτης (πολυτονικό σύστημα, πριν από την ορθογραφική μεταρρύθμιση του 1982)
Συγγενικά
επεξεργασία- ιχνηθεσία
- ιχνηθέτηση
- → και δείτε τις λέξεις ίχνος και θέτω
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ιχνηθέτης - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
- ιχνηθέτης - Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 7, έτος 2000. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr