↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πτυχιακή εργασία οι πτυχιακές εργασίες
      γενική της πτυχιακής εργασίας των πτυχιακών εργασιών
    αιτιατική την πτυχιακή εργασία τις πτυχιακές εργασίες
     κλητική πτυχιακή εργασία πτυχιακές εργασίες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πτυχιακή εργασία < πτυχιακή + εργασία

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

πτυχιακή εργασία θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία